ἀγοράων

ἀγοράων
ἀγορά̱ων , ἀγορά
assembly
fem gen pl (epic aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Ἀγοράων — Ἀγορά̱ων , Ἀγορή fem gen pl (epic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επεσβόλος — ἐπεσβόλος, ον (Α) 1. φλύαρος, αθυρόστομος («ὅς τὸν λωβητῆρα ἐπεσβόλον ἔσχ ἀγοράων», Ομ. Ιλ.) 2. υβριστικός («νεῑκος ἐπεσβόλον»). [ΕΤΥΜΟΛ. < έπεσ (θ. τού τ. έπος) + βόλος (< βάλλω)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”